- Αζανία
- Δύο χώρες της αρχαιότητας. 1. Περιοχή της ΒΔ Πελοποννήσου που κάλυπτε περίπου την περιοχή των σημερινών Καλαβρύτων και ονομάστηκε έτσι από τον Αζάνα, τον γιο του βασιλιά Αρκάδα. Σημαντικότερες πόλεις της περιοχής ήταν ο Κλείτωρ (από το όνομα του γιου του Αζάνα), η Ψωφίς, η Κύναιθα, η Θέλπουσα, η Νώνακρις, οι Λουσοί, η Λυκούρια, η Σκότανη, το Λευκάσιον και η Μεσοβόα. Οι Αζάνες χωρίζονταν σε τέσσερα γένη: τους Κυναιθείς, τους Ψωφιδίους, τους Κλειτορίους και τους Θελπουσίους. Επειδή η χώρα ήταν άγονη, οι Αζανείς κατατάσσονταν μισθοφόροι στους στρατούς άλλων πόλεων. Ο Παυσανίας αναφέρει πως αποίκισαν τη Ζάκυνθο, με επικεφαλής τον Ζάκυνθο, τον γιο του Δαρδάνου. Ίδρυσαν επίσης μια αποικία στη βόρεια Φρυγία της Μικράς Ασίας, την Επίκτητο, πριν από τον Τρωικό πόλεμο. Οι κάτοικοι της Επικτήτου ονομάζονταν Αζανοί ή Αΐζανοί, κατ’ αντίθεση προς τους Αζάνες της Πελοποννήσου. Οι τελευταίοι έτρωγαν βελανίδια, κι από τότε είχε βγει η έκφραση αζάνια κακά, που σήμαινε πολύ μόχθο για ασήμαντο αποτέλεσμα. Κάποτε το Μαντείο των Δελφών είχε δώσει στους Σπαρτιάτες έναν χρησμό που έλεγε: «Αρκαδίαν κτείσθαι αιτείς; Μέγα αιτείς. Αρκάδες Αζάνες βαλανηφάγοι κωλύσουσί σε». 2. Χώρα της ανατολικής Αφρικής, που βρεχόταν από τον Ινδικό ωκεανό. Την έλεγαν και Βαρβαρία της Αιθιοπίας. Η θάλασσά της ονομαζόταν από τους Ρωμαίους Αζάνιον πέλαγος και από τους Έλληνες Βαρβαρικός κόλπος. Άραβες έμποροι την επισκέπτονταν συχνά, και είχε μια πόλη με μεγάλη εμπορική κίνηση, τα Ραπτά.
Dictionary of Greek. 2013.